Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

ΠΟΝΟΣ


Και μια γυναίκα μίλησε και είπε, Μίλησέ μας για τον Πόνο.
Και κείνος αποκρίθηκε:

Ο πόνος σας είναι το σπάσιμο του οστράκου που περικλείει τη γνώση σας.
Όπως το τσόφλι του καρπού πρέπει να σπάσει, για να βγει η καρδιά του στο φως του ήλιου, έτσι κι εσείς πρέπει να γνωρίσετε τον πόνο.
Κι αν μπορούσατε να κρατάτε στην καρδιά σας το θαυμασμό για τα καθημερινά θαύματα της ζωής σας. Ο πόνος δε θα σας φαινόταν λιγότερο θαυμαστός από τη χαρά σας.
Και θα δεχόσαστε τις εποχές της καρδιάς σας, όπως δέχεστε από πάντα τις εποχές που περνούν πάνω από τα χωράφια σας.
Και θα παρατηρούσατε με ηρεμία τους χειμώνες της θλίψης σας.
Πολλούς από τους πόνους σας τους διαλέγετε μονάχοι.
Είναι το πικρό φάρμακο που μ’ αυτό ο γιατρός που είναι μέσα σας θεραπεύει τον άρρωστο εαυτό σας.
Γι’ αυτό, να εμπιστεύεστε το γιατρό, και να πίνετε το φάρμακό του, σιωπηλά και ήρεμα.
Γιατί το χέρι του, αν και βαρύ και σκληρό, οδηγείται από το τρυφερό χέρι του Αόρατου,
Και η κούπα που σας δίνει, μ’ όλο που καίει τα χείλη σας, είναι φτιαγμένη από τον πηλό που ο μεγάλος Αγγειοπλάστης μούσκεψε με τα δικά του άγια δάκρυα.


Και κάποιος άντρας είπε, Μίλησέ μας για την Αυτογνωσία.
Κι εκείνος απάντησε λέγοντας:

Οι καρδιές σας γνωρίζουν σιωπηλά τα μυστικά των ημερών και των νυχτών.
Αλλά τ’ αφτιά σας διψούν για τον ήχο της γνώσης της καρδιάς σας.
Θέλετε να γνωρίσετε με λόγια αυτό που γνωρίζετε από πάντα στη σκέψη.
Θέλετε ν’ αγγίξετε με τα δάχτυλά σας το γυμνό σώμα των ονείρων σας.
Και είναι καλό που το θέλετε.
Το κρυφό πηγάδι της ψυχής σας πρέπει να αναβλύσει και να τρέξει κελαρύζοντας προς τη θάλασσα.

Και ο θησαυρός του άπειρου βάθους σας πρέπει να αποκαλυφθεί στα μάτια σας.
Δεν πρέπει όμως να υπάρχουν ζυγαριές για να ζυγίζουν τον άγνωστο θησαυρό σας. Και μη μετράτε τα βάθη της γνώσης σας με το βυθομετρικό κοντάρι ή το σχοινί.
Γιατί ο εαυτός είναι μια θάλασσα απεριόριστη και άμετρη.
Μη λέτε, “Βρήκα την αλήθεια”, αλλά να λέτε, “Βρήκα μιαν αλήθεια”.
Μη λέτε, “Βρήκα το μονοπάτι της ψυχής”, αλλά να λέτε, “Συνάντησα την ψυχή που περπατούσε στο μονοπάτι μου”.
Γιατί η ψυχή περπατά πάνω σ’ όλα τα μονοπάτια.
Η ψυχή δεν περπατά πάνω σε μια γραμμή, ούτε μεγαλώνει σαν καλάμι.
Η ψυχή ξεδιπλώνεται, όπως ο λωτός με τα αναρίθμητα πέταλα.

“O προφήτης”, του Χαλίλ Γκιμπράν