Τσαγκάρης και επισκευαστής ομπρελών, μποέμ και περιηγητής, ο Σίμος Τσαπνίδης (1909-1999) υπήρξε ο αρχηγός της ομάδας της ελληνικής εκδοχής του υπαρξισμού με τις συζητήσεις και τα πάρτι στην περίφημη «Ιπτάμενη Παράγκα»-κατοικία του στη γειτονιά του Ψυρρή στα μέσα της δεκαετίας του ’50. Να λοιπόν που… επιστρέφει με δικά του κείμενα αλλά και μ’ ένα βιβλίο σχετικό μ’ αυτόν για να φανεί εκείνη η δύσκολη εποχή μ’ ένα αλλιώτικο αλέγκρο βλέμμα.
Με τη φροντίδα του δημοσιογράφου Μανώλη Νταλούκα ανοίχτηκε το αρχείο του Σίμου του υπαρξιστή που παρέμενε κλειστό από το θάνατό του σε δύο θυρίδες της Εμπορικής Τράπεζας στην Ομόνοια. Εκεί βρέθηκαν:
**Το «Βιβλίο του Σίμου», ένα χειρόγραφο βιβλίο 1.372 σελίδων, όπου ο ίδιος εξιστορεί τη ζωή και τη δράση των υπαρξιστών της Ιπτάμενης Παράγκας. Από το πώς έγινε ο Σύλλογος Ελλήνων Υπαρξιστών έως το κλείσιμό του με την επέμβαση της Αστυνομίας (1953-1955). Εντυπώσεις περαστικών από το θρυλικό αυτό στέκι, όπως του Νίκου Καρούζου ή του Ζακ Πρεβέρ. Ενας ξέγνοιαστος τρόπος ζωής με πάρτι, χορούς, αναγνώσεις ποιημάτων, χιούμορ λυτρωτικό, εκδρομές αλλά και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις. Ενα μικρό κίνημα ανθρώπων που ήταν κατά κάποιο τρόπο οι πρόδρομοι των μπίτνικς και χίπις στην ήπια ελληνική μορφή τους.
**Στις θυρίδες βρέθηκαν επίσης τα ημερολόγια του Σίμου που μετά το κλείσιμο της Παράγκας έφυγε το ’56 από την Ελλάδα και περιπλανήθηκε στην Ευρώπη έως το ’78. Μια περιηγητική ματιά με πολλές πληροφορίες για τη ζωή των Ελλήνων στο εξωτερικό, για τους ξένους περιθωριακούς, κ.ά.
**Αρνητικά φιλμ με περίπου 40.000 ασπρόμαυρες φωτογραφίες που τράβηξε ο Σίμος στα ταξίδια του. Από τις πρώτες αντιδικτατορικές ομάδες των Ελλήνων του εξωτερικού έως τις πρώτες πορείες ειρήνης στο Ολντερμάστον και τον Γαλλικό Μάη του ’68.
**Φωτογραφίες με παρέες υπαρξιστών στην Παράγκα αλλά και έργα τέχνης που σκάρωναν εκεί. Ητοι, ζωγραφιές και σκίτσα των Πιτ Κουτρουμπούση, Πέτρου Πανταζή, Αντώνη Ρηγάτου, κ.ά.
Η δίκη της «Παράγκας»
«Η κατάστασις είναι κρίσιμος αλλά όχι απελπιστική», «Αν απελπιστείς, μην απελπίζεσαι», «Χαιρετούμε τη λόξα του γέλιου». Τέτοια συνθήματα και ατάκες έβλεπες στους ξύλινους τοίχους της «Παράγκας» μαζί με διάφορα περίεργα αντικείμενα κρεμασμένα από το ταβάνι. Νέοι και νέες από λαϊκές τάξεις κυρίως, ξέδιναν κουβεντιάζοντας, χορεύοντας μπούκι-μπούκι, διαβάζοντας ποιήματα. «Σ’ αυτό το πλεούμενο σκάφος φιλοσοφούμε και κάνουμε όλων των ειδών τις συζητήσεις για τον σουρεαλισμό, υπαρξισμό, φουτουρισμό και την τέχνη» σημείωνε στο βιβλίο του ο Σίμος.
Για τους σεισμόπληκτους
Τον Αύγουστο του 1953 η Ζάκυνθος και η Κεφαλονιά θα πληγούν από ισχυρό σεισμό και θα υποστούν μεγάλες καταστροφές. Οι υπαρξιστές για να βοηθήσουν αποφασίζουν να διοργανώσουν ένα φιλανθρωπικό χορό σ’ ένα κέντρο στη Νέα Φιλαδέλφεια. Υφίστανται έντονες και κοροϊδευτικές αντιδράσεις από εφημερίδες και περιοδικά (θα τους συμπαρασταθεί αρθρογραφώντας ο Αλέκος Σακελλάριος). Το πάρτι με το συγκρότημα «PJC» των υπαρξιστών θα γίνει με μεγάλη επιτυχία και με τη συμμετοχή γνωστών καλλιτεχνών όπως η Σοφία Βέμπο, ο Βασίλης Λογοθετίδης, ο Σακελλάριος, ο Οικονομίδης, κ.ά. Από τον έρανο θα συγκεντρωθούν 4.200.000 δρχ. Τα παραπάνω αναφέρονται στο σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου του Μανώλη Νταλούκα «Ελληνικό Ροκ» που είναι υπό έκδοση. Οπως και το τέλος των υπαρξιστών που θα κριθεί στα δικαστήρια τον Ιούνιο του ’54 μετά από επέμβαση της Αστυνομίας για να προστατέψει τα… χρηστά ήθη της εποχής. Τα ενοχοποιητικά στοιχεία που καταθέτει αστυνομικός είναι ότι πήγαιναν εκδρομές πάντοτε ζευγάρια (!), κάπνιζαν κι υπήρχαν σκίτσα με γυμνές απεικονίσεις στην «Παράγκα». Το δικαστήριο θα στηριχτεί κυρίως σ’ ένα ερωτικό ποίημα του υπαρξιστή Μιχάλη Χαλκιαδάκη που έλεγε:
«Λεύτερος είναι ο έρωτας / και σκλάβα η αγάπη / ο έρωτάς μου λεύτερα / σκεπάζει όλη την πλάση / Η πλάση ξεσκεπάζεται / στ’ αυτοξεπέρασμά μου / και λεύτερη η άναρχη / σμίγει τον έρωτά μου».
Για να βγάλει την απόφαση ότι το ποίημα «κεντρίζει την αυτόθι συχνάζουσα και δη ανήλικον νεολαία προς τη φιληδονίαν και τη σωματικήν και ηθικήν διαφθοράν». Τελικά το δικαστήριο των Εφετών τον Ιούλιο του ’55 θ’ αποφασίσει το οριστικό κλείσιμο της «Παράγκας» με το σκεπτικό ότι «η λειτουργία του συλλόγου απέβη παράνομος, ανήθικος και αντίθετος προς την δημοσίαν τάξιν». Τον Σεπτέμβριο του ’56 ο Σίμος θα φύγει από τη χώρα για να περιπλανηθεί στην Ευρώπη και ο ιδιόμορφος αυτός ελληνικός υπαρξισμός θα σβήσει οριστικά.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΙΔΑΛΗΣΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 27/02/2006
ΚΙ ΕΝΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΝΟ ΚΟΥΤΡΟΥΜΠΟΥΣΗ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΝΟ ΚΟΥΤΡΟΥΜΠΟΥΣΗ
O Σίμος γύρναγε την Ευρώπη μόνος του, δουλεύοντας όπου έβρισκε μεροκάματο, ζώντας σε άθλιες συνθήκες. Η Παράγκα ήταν βασικά ένα ξύλινο διώροφο, στριμωγμένο ανάμεσα σε δύο πέτρινα κτίρια-βιοτεχνίες στην οδό Σαρρή, όπου μαζεύονταν αγόρια και κορίτσια απ’ τις γύρω γειτονιές, οι περισσότεροι λαϊκοί άνθρωποι, απάγγελλαν ποιήματα που είχαν γράψει, χόρευαν και συζητούσαν περί Υπαρξισμού. Από μια στενή σκάλα ανέβαινες σε ένα σουρεαλιστικό σκηνικό με ραπτομηχανές, καθίσματα αυτοκινήτων, μοτέρ και μουσαμάδες, ξύλινους τοίχους γεμάτους αποκόμματα εφημερίδων, σκιτσάκια του καθενός και φωτογραφίες, ένα φύρδην-μίγδην. Ο Σίμος φοβόταν τις γάτες… Κάποια φορά ένα γατάκι ανέβηκε στην Παράγκα και φώναζε «βγάλτε το έξω!». Απορήσαμε και τον ρώτησα «Σίμο, γιατί;». «Ρε αγαθέ», μου είπε, «το ξέρεις ότι οι γάτες είναι απόγονοι των τίγρεων;».
Θυμάμαι κάποια φορά που ένας θαμώνας ήρθε με έναν δημοσιογράφο, τον συστήνει στον Σίμο κι αυτός του λέει «τα αισθήματα του φίλου μας τα ξέρουμε και από το μέλλον». Έλεγε συνέχεια τέτοια ο Σίμος. Ήταν ο ομορφότερος, αλλά και ανοιχτός σε νέες ιδέες. Επίσης, ήταν για λίγο ηθοποιός του σινεμά. Είχε παίξει τον Μαρίνο Κοντάρ, έναν Κρητικό επαναστάτη, τον σωματέμπορα…
Η Παράγκα έκλεισε το τέλος της δεκαετίας του ’50 που έφυγε ο Σίμος για την Ευρώπη (την έκλεισε η αστυνομία, έγιναν παράπονα από γονείς για κοπέλες που πέρναγαν την ώρα τους εκεί, κορίτσια 16 με 18, το πολύ 20), αλλά ο χώρος συνέχισε να υπάρχει ως άσυλο για τους backpackers που έρχονταν στην Αθήνα.
Ο Σίμος έγραφε συνέχεια, κατέγραφε τα πάντα. Μια φορά τρώγαμε σε ένα μικρό εστιατόριο κοντά στο Odeon στο Παρίσι και τον βλέπω στην αντανάκλαση στην τζαμαρία να αντιγράφει όσα έλεγε το μενού! Τράβαγε και συνέχεια φωτογραφίες. Πολλές φωτογραφίες, χιλιάδες. Κάποια φορά ο Κούνδουρος, που τον είχε δει να βγάζει φωτογραφίες σε μια αντιδικτατορική συγκέντρωση, φώναζε «βγάλτε τον έξω, ποιος είναι αυτός;». Τον είχε περάσει για σπιούνο. Όταν πέθανε, βρέθηκαν χιλιάδες φιλμ που δεν είχε ποτέ εμφανίσει…
Κάτι πρέπει να έμεινε από τα ’60s, όχι μόνο σε μας που τα ζήσαμε, αλλά γενικά στον κόσμο. Όσα τρελά έγιναν όμως το σύστημα βρήκε ευκαιρία να τα κοροϊδέψει και να πει «τι ξεφτίλα ήταν αυτή», κι έτσι τα καλά τους σημεία έσβησαν. Στα μυαλά μένει η αντίσταση, η προσπάθεια για καλυτέρευση της φύσης και των ανθρώπων. Τα ναρκωτικά ήταν αυτά που τα χάλασαν όλα. Πολλοί πέρασαν σε αυτά και στον χιπισμό και έτσι βρήκαν ευκαιρία να τους αγοράσουν, να γίνουν έμποροι. Άρχισαν έτσι να ξεφτίζουν και να διαλύονται οι παρέες, πολλοί έφυγαν έξω. Τα πρώτα πέντε χρόνια ήταν όλα καλά, αλητείες με παρέες, rock ‘n’ roll, άντε και καμιά μαριχουάνα, μετά όμως το ’65, που αρχίζουν οι πολιτικές ανωμαλίες και φτάνουμε στο τέρμα, διαλύθηκαν όλα. Πέφτει ένα γκριζάρισμα, άρχισαν τα κυνηγητά. Τις παρέες μου και μένα δεν μας κυνηγούσε κανείς, αλλά το ’67 έφυγα έξω και κάπου εκεί ήταν το τέλος για τα ελληνικά ’60s.
από την LIFO
τεύχος10.12.2009
τεύχος10.12.2009
Μια φορά και έναν καιρό
Του ΝΙΚΟΥ ΑΜΜΑΝΙΤΗ
Του ΝΙΚΟΥ ΑΜΜΑΝΙΤΗ